To Θέατρο στην Κωνσταντινούπολη το Φθινόπωρο

Written by

   Το θέατρο στην Πόλη δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο και ευνοημένο, ειδικά τους μήνες του καλοκαιριού και τους πρώτους του φθινοπώρου. Αυτό οφείλεται στην λανθασμένη πολιτιστική πολιτική της κυβέρνησης, που θεωρεί πως 20.000.000 (είκοσι εκατομμύρια, ναι !) άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη αυτής της μορφής της διασκέδασης για το διάστημα από Ιούνιο μέχρι Οκτώβριο. Ο υπογράφων επισκέφθηκε την άλλοτε πρωτεύουσα του βυζαντινού ελληνισμού πρόσφατα για μια εβδομάδα και κατάφερε να βρει μόνο δυο παραστάσεις συνολικά, τη μία μάλιστα σε μορφή πρόβας τζενεράλε ! Το μέσο εισιτήριο θεάτρου είναι πολύ φθηνό (από 3 έως 7 ευρώ) έτσι οι κάτοικοι της τούρκικης μεγαλούπολης μπορούν να δουν πολύ θέατρο, όμως λόγω της έλλειψης θιάσων και παραστάσεων, η πλειονότητα του κοινού καταφεύγει στο φαγητό ή στο ψάρεμα από τις γέφυρες του Βοσπόρου για να σπάσει τη καλοκαιρινή μονοτονία του.

  istanbul4 Η πρώτη από τις δυο παραστάσεις δόθηκε στο κέντρο της Πόλης, δίπλα από τον Βόσπορο. Ο τίτλος της : YASAMAYA DAIR (Πάνω στην ζωή του…). Σε ένα … χάνι (το «Αλί Πασά») και σε μια γειτονιά που μοιάζει πολύ με τα Λαδάδικα της Θεσσαλονίκης, ένας από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς του ιδιωτικού θεάτρου της Τουρκίας, ο αειθαλής Genco Erkal με την θεατρική του ομάδα Dostlar Tiyatr παρουσίασε, με τρόπο μαγευτικά θεατρικό, κείμενα του Ναζίμ Χικμέτ. Επρόκειτο για γράμματα του τούρκου λογοτέχνη από την φυλακή της Bursa, όταν αυτός εξορίστηκε για τις πολιτικές του πεποιθήσεις.  Ο χώρος, είναι μια παλιά υπαίθρια αυλή ενός χανιού, και οι περίπου 200 θεατές κάθονται αμφιθεατρικά, αφήνοντας τη μια γωνία της αυλής στα δρώμενα. Μαζί με τον προαναφερθέντα έπαιζε -και κυρίως τραγουδούσε αισθαντικά- η πανέμορφη Tulay Gunal, γνωστά τούρκικα τραγούδια των Fazil Say, Zulfi Livanelli, Cem Karaka και άλλων (μας θύμισαν έντονα Χατζιδάκη και Σπανό). Θεατές καθόταν και στο πρώτο πάτωμα του χανιού, έτσι ο συνολικός αριθμός όλων έφτανε τους 350, αριθμός που δείχνει πως όντως οι κάτοικοι της Πόλης έχουν ανάγκη αυτή την Τέχνη.

Στην δεξιά πλευρά της αυλής και σχεδόν κρυμμένοι έπαιζαν με σωστούς τονισμούς και διακριτική μελωδικότητα πιάνο η Yigit Ozatalay και βιολοντσέλο η Deniz Dogangun. Η σκηνοθεσία του παλαίμαχου ηθοποιού (που πρόσφατα κόπηκε από τις επιχορηγήσεις από το τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού, αλλά συνεχίζει απτόητος τις θεατρικές του προσπάθειες) εκμεταλλεύτηκε δυναμικά όλο το χώρο, δηλαδή την μισή σχεδόν αυλή, το άνω πάτωμα του χανιού, την ξύλινη σκάλα που οδηγεί σε αυτό, καθώς και τα μικρά δωμάτια πίσω τους. Τα  μουσικά κομμάτια διαδεχόταν την απαγγελία των ποιημάτων με γρήγορο ρυθμό, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να μη μας κουράσει καθόλου η συνολική δουλειά, ακόμη και τον υπογράφοντα που δεν ξέρει καθόλου την τούρκικη γλώσσα.

΄Ηταν μια ζεστή-υγρή βραδιά σε έναν παράξενο υπαίθριο χώρο, που δυστυχώς φιλοξένησε αυτήν την όμορφη δουλειά για πολύ λίγες ημέρες του φθινοπώρου (σε λίγο άρχιζαν τα κρύα -έπρεπε λοιπόν να ανέβαινε στα μέσα του Αυγούστου για να την απολάμβαναν περισσότεροι θεατές).

Η άλλη παράσταση ήταν η … «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, όπως την συνέλαβε σαν ιδέα ο σκηνοθέτης Kemal Kocatürk και την επιχείρησε σε ένα από τα τρία Δημοτικά Θέατρα της Πόλης. Επρόκειτο για ένα πολύ περίεργο συναίσθημα για τον υπογράφοντα, δηλαδή να ακούει  τον αρχαίο μας κωμικό δραματουργό σε μια τέτοια γλώσσα και μάλιστα σε μια (κατά καιρούς άλλοτε φιλική κα άλλοτε εχθρική) χώρα.

Οι ηθοποιοί και ο σκηνοθέτης έμοιαζαν να μην έχουν δει πολύ Αριστοφάνη στη ζωή τους, μια και αυτό που είδαμε θα το βλέπαμε στην Ελλάδα πριν 20 χρόνια: χειρονομίες του παλιού ελληνικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου, πολλές κραυγές του χορού χωρίς λόγο, αλλά και αδικαιολόγητους τονισμούς σε λάθος σημεία.

Οι παράξενες περούκες και τα εξεζητημένα κοστούμια -του Canan Göknil- ετερόκλιτα (από μοντέρνα έως παλαιομοδίτικα, από …. βλάχικα έως ταγιέρ του 19ου αιώνα) αλλά και υπερβολικά. Και εδώ δεν έλειψαν οι προβολές βίντεο, τις οποίες σαν στήλη παλεύουμε να μειώσουμε στο ελάχιστο, στο σύγχρονο θέατρο. ΄Αλλωστε το μεγαλύτερο μέρος του σκηνικού του Sirri Topraktepe ήταν τεράστια άσπρα πανιά  -που, μάλλον τέθηκαν ημικυκλικά επί του βάθους της όχι και πολύ μεγάλης σκηνής για να εξυπηρετήσουν αυτές τις προβολές (σκηνές από ασπρόμαυρες ταινίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με βομβαρδισμούς και αεροπορικές επιδρομές  -δουλειά του Hidayet Öztürk) παρά για να συμβολίσουν μάλλον τα τείχη της πόλης.

Η πρωτότυπη μουσική ήταν του Mertol Şalt, που βοήθησε περισσότερο τον γυναικείο χορό να κινηθεί άλλοτε σε μοντέρνους δυτικότροπους ρυθμούς και άλλοτε σε ξεκάθαρα ανατολίτικους (άλλη μια παραξενιά της σκηνοθεσίας, ο αδικαιολόγητος δραματουργικά συνδυασμός διαφορετικών στυλ στην κίνηση του χορού). Τον δε αντρικό χορό τον περιόρισε σε χονδροειδείς κινήσεις και σε μονότονα μοτίβα παιγμένα από τους ίδιους τους ηθοποιούς με απλά μουσικά όργανα, όχι όμως επαγγελματικά. Πρωτότυπη πάντως η ιδέα όλοι οι ηθοποιοί να παίζουν (ή ενίοτε να υποβοηθούν) τη μουσική οι ίδιοι και όχι να ακούγεται από play-back. Αρκετοί οι χωρίς νόημα συμβολισμοί της σκηνοθεσίας, με αποκορύφωμα εκείνον όπου ένας ηθοποιός του χορού εκινείτο σαν μαριονέτα στο δεύτερο μισό της παράστασης, δεμένος από μεγάλα σχοινιά που κρεμόταν από την … οροφή !.

Οι ηθοποιοί ήταν οι Demet Bozyaka, Ayşen Çetiner , Nazan Yatgın, Irmak Örnek, Berrin Akdeniz, Çağrı Hün, Hülya Aslan, Selçuk Soğukçay, Gökhan Eğilmezbaş, Murat Bavli, İbrahim Ulutaş, Çağatay Palabıyık, Çağlar Yiğitoğulları. Ξεχώρισε η Bensu Orhunöz, μια από τις κορυφαίες του χορού, παίζοντας με θράσος και πυγμή.

Ελπίζουμε όταν ξαναπάμε -σύντομα- στην Πόλη να δούμε περισσότερο θέατρο και να μεταφέρουμε στους αναγνώστες του Thessaloniki culture  πιο πολλές εντυπώσεις  -για να μην αδικούμε τους γείτονες καλλιτέχνες με περιορισμένες προσλαμβάνουσες.