Βασιλιάς Ληρ με τον Γ. Κιμούλη * κριτική Β. Ραφτόπουλος

Written by

Ο πολύπειρος, ευφυέστατος και γνώστης των θεατρικών δρώμενων Γιώργος Κιμούλης είχε την ατυχή έμπνευση να αναθέσει τη σκηνοθεσία του έργου στον Σλοβένο σκηνοθέτη Τομάς Παντούρ, τη δραματουργική επεξεργασία στη σύζυγό του Λίβιγια Παντούρ και τη σκηνογραφία στον Σβεν Γιόνκε που πρόσφεραν ένα μεταμοντέρνο απογοητευτικό θέαμα, με πολύ αίμα, κουβάδες  με νερό, σεντόνια, παιδάκια και άλλα συμπαραμαρτούντα.

Οι εξαιρετικοί ηθοποιοί, εμφανώς ακρωτηριασμένοι από τον πέλεκυ του σκηνοθέτη διεκπεραίωσαν το ρόλο τους, υπακούοντας ευλαβικά στα κελεύσματα του μεγάλου σκηνοθέτη, χωρίς να μπορέσουν να αναδείξουν το αδιαμφισβήτητο ταλέντο τους.

Ηθοποιούς σαν τον Κιμούλη, τη Καρβούνη, την Γουλιώτη, τον Γάλλο, τον      Αλειφερόπουλο, τη Τσιλίκα, τον Πανταζάρα, τον Τζωρτζάκη, δεν βρίσκεις καθόλου εύκολα, ίσως και ποτέ και μάλιστα σε μια εποχή που τα μονοπρόσωπα έργα μονοπωλούν το θεατρικό γίγνεσθαι.

Έχοντας λοιπόν αυτό το εξαιρετικό υλικό στα χέρια του, ο Παντούρ κατάφερε -περί κατορθώματος πρόκειται- να τεμαχίσει και το έργο και τον Σαίξπηρ, επιδιδόμενος σε αποσπασματικά κομμάτια, που τα ανακοίνωνε , προβάλλοντάς τα, μη τυχόν και κάποιος θεατής δεν αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται.

Εμφανίζει ο σκηνοθέτης τον Έντμοντ γυμνό, τον γελωτοποιό με ζαρτιέρες και τον βασιληά Ληρ-Κιμούλη όπως τον γέννησε η μάνα του, προφανώς για εντυπωσιάσει και να γεμίσει τα κενά της αναιδούς σκηνοθεσίας του.

Όσον αφορά στην υπόθεση, ο Σαίξπηρ καλώς θεωρεί ότι κανείς δεν είναι δεδομένος, ότι η πατρική αγάπη πρέπει να μοιράζεται εξίσου στα παιδιά, ότι η ειλικρινής γλώσσα πρέπει να γίνεται αποδεκτή πιο εύκολα από μια κολακεία.

Ασφαλώς ο προικισμένος Κιμούλης πρέπει να αναζητήσει στη συνέχεια δοκιμασμένους σκηνοθέτες που θα τον συνδράμουν στη πραγματοποίηση των θεατρικών σχεδίων του.